Κυριακή 8 Ιουλίου 2007

Amnesty International Report 2007



Ισχυρές κυβερνήσεις και ένοπλες ομάδες υποδαυλίζουν εσκεμμένα το φόβο για να διαβρώσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και να δημιουργήσουν έναν όλο και πιο πολωμένο και επικίνδυνο κόσμο, δήλωσε η Διεθνής Αμνηστία παρουσιάζοντας την Ετήσια Έκθεση 2007, την ετήσια αποτίμηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο.

«Με κοντόφθαλμες, φοβοκάπηλες και διχαστικές πολιτικές, οι κυβερνήσεις υπονομεύουν το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, τροφοδοτούν το ρατσισμό και την ξενοφοβία, διχάζουν κοινότητες, ενισχύουν τις ανισότητες και σπέρνουν τους σπόρους για περισσότερη βία και συγκρούσεις», υπογράμμισε η Αϊρίν Χαν, Γενική Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας.

«Η πολιτική του φόβου τροφοδοτεί μια δίνη καταπατήσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην οποία κανένα δικαίωμα δεν είναι απαραβίαστο και κανένας άνθρωπος δεν είναι ασφαλής».

«Ο 'πόλεμος κατά της τρομοκρατίας' και ο πόλεμος στο Ιράκ, με μακρύ κατάλογο καταπατήσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχουν δημιουργήσει βαθιές διαχωριστικές γραμμές που ρίχνουν βαριά σκιά στις διεθνείς σχέσεις και δυσκολεύουν έτσι ακόμη περισσότερο την επίλυση των συγκρούσεων και την προστασία των αμάχων».

Σημαδεμένη από τη δυσπιστία και το διχασμό, η διεθνής κοινότητα υπήρξε συχνά το 2006 ανίκανη ή άβουλη μπροστά σε μεγάλες κρίσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο σε ξεχασμένες συγκρούσεις όπως αυτές στην Κολομβία, τη Σρι Λάνκα και την Τσετσενία, όσο και στις πασίγνωστες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή.

Ο ΟΗΕ χρειάστηκε εβδομάδες να βρει τη θέληση να ζητήσει κατάπαυση πυρός στη σύρραξη του Λιβάνου, όπου έχασαν τη ζωή τους περίπου 1.200 άμαχοι. Η διεθνής κοινότητα δεν είχε το κουράγιο να αντιμετωπίσει την καταστροφική για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατάσταση που οφείλεται στους σοβαρούς περιορισμούς της ελευθερίας μετακίνησης των Παλαιστινίων στα Κατεχόμενα Εδάφη, στις απερίσκεπτες επιθέσεις του ισραηλινού στρατού και στις φατριαστικές μάχες ανάμεσα σε παλαιστινιακές ομάδες.

«Το Νταρφούρ του Σουδάν είναι ανοιχτή πληγή στην παγκόσμια συνείδηση. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πάσχει από έλλειψη εμπιστοσύνης και από τη διπροσωπία των πιο ισχυρών μελών του. Η κυβέρνηση του Σουδάν εμπαίζει τον ΟΗΕ με συνεχείς υπεκφυγές. Στο μεταξύ, 200.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους,

περισσότεροι από δεκαπλάσιοι έχουν εκτοπιστεί, ενώ οι επιθέσεις των πολιτοφυλακών εξαπλώνονται πλέον στο Τσαντ και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία», τόνισε η κυρία Χαν.

Οι ένοπλες ομάδες, που ανθούν σε αυτό το τόξο της αστάθειας, που εκτείνεται από τα σύνορα του Πακιστάν μέχρι το Κέρας της Αφρικής, έκαναν επίδειξη δύναμης και διέπραξαν τεράστιες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.

«Αν οι κυβερνήσεις δεν αντιμετωπίσουν τις αδικίες που τρέφουν αυτές τις ομάδες, αν δεν δείξουν αποτελεσματικές ηγετικές ικανότητες ώστε να κάνουν τις ομάδες αυτές να λογοδοτήσουν για τις καταπατήσεις που έχουν διαπράξει και αν δεν είναι έτοιμες να λογοδοτήσουν και οι ίδιες, τότε η πρόγνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ολέθρια», είπε η κυρία Χαν.

Στο Αφγανιστάν, η διεθνής κοινότητα και η αφγανική κυβέρνηση χαράμισαν την ευκαιρία να δημιουργήσουν ένα αποτελεσματικό κράτος που να είναι βασισμένο στα ανθρώπινα δικαιώματα και στο κράτος δικαίου, εγκαταλείποντας έτσι τους ανθρώπους στη χρόνια ανασφάλεια, τη διαφθορά και τους αναγεννημένους Ταλιμπάν. Στο Ιράκ, οι δυνάμεις ασφαλείας υποκίνησαν τη σεχταριστική βία αντί να τη συγκρατήσουν, το δικαστικό σύστημα αποδείχτηκε οικτρά ανεπαρκές, ενώ οι χειρότερες πρακτικές του καθεστώτος του Σαντάμ -τα βασανιστήρια, οι άδικες δίκες, η θανατική ποινή και οι ατιμώρητοι βιασμοί- ζουν και βασιλεύουν.

«Σε πολλές χώρες, οι πολιτικές αποφάσεις που οδηγούνται από το φόβο τροφοδοτούν τις διακρίσεις, μεγαλώνουν το χάσμα ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους, σε 'αυτούς' και 'εμάς' και αφήνουν απροστάτευτους τους πιο περιθωριοποιημένους ανθρώπους», υπογράμμισε η κυρία Χαν.

Στην Αφρική και μόνο, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι εκδιώχτηκαν από τα σπίτια τους χωρίς τις οφειλόμενες διαδικασίες, χωρίς αποζημίωση και χωρίς να τους δοθεί εναλλακτικό κατάλυμα - συχνά στο όνομα της προόδου και της οικονομικής ανάπτυξης.

Οι πολιτικοί εκμεταλλεύτηκαν το φόβο της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης για να δικαιολογήσουν αυστηρότερα μέτρα εναντίον των προσφύγων και όσων ζητούν άσυλο στη Δυτική Ευρώπη, ενώ οι μετανάστες εργαζόμενοι έμειναν απροστάτευτοι και έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης σε ολόκληρο τον κόσμο, από τη Νότια Κορέα ως τη Δομινικανή Δημοκρατία.

Το χάσμα μεταξύ μουσουλμάνων και μη βάθυνε, καθώς τροφοδοτείται από τις γεμάτες διακρίσεις αντιτρομοκρατικές στρατηγικές των δυτικών χωρών. Αυξήθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο τα κρούσματα ισλαμοφοβίας, αντισημιτισμού, μισαλλοδοξίας και επιθέσεων εναντίον θρησκευτικών μειονοτήτων.

Την ίδια στιγμή, ήταν πολύ διαδεδομένα στη Ρωσία τα εγκλήματα μίσους εναντίον αλλοδαπών, ενώ ο διαχωρισμός και αποκλεισμός της κοινότητας των Ρομά ήταν ανεξέλεγκτος σε ολόκληρη την Ευρώπη, γεγονότα που δείχνουν την κραυγαλέα παράλειψη των ηγεσιών να καταπολεμήσουν το ρατσισμό και την ξενοφοβία.

«Η αυξανόμενη πόλωση και οι οξυμένοι φόβοι για την εθνική ασφάλεια συρρίκνωσαν τα περιθώρια για ανεκτικότητα και έκφραση αντίθετης άποψης. Σε ολόκληρο τον κόσμο, από το Ιράν ως τη Ζιμπάμπουε, το 2006 φιμώθηκαν πολλές ανεξάρτητες φωνές για τα ανθρώπινα δικαιώματα», ανέφερε η κυρία Χαν.

Η ελευθερία της έκφρασης φιμώθηκε με διάφορους τρόπους, με την ποινική δίωξη συγγραφέων και υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, με τους φόνους πολιτικών ακτιβιστών στις Φιλιππίνες, με τις συνεχείς παρενοχλήσεις, την παρακολούθηση και συχνά τη φυλάκιση υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, με τη δολοφονία της δημοσιογράφου Άννας Πολιτκόφσκαγια και νέους νόμους που εποπτεύουν τις μη κυβερνητικές οργανώσεις στη Ρωσία. Το Διαδίκτυο έγινε το νέο πεδίο μάχης στον αγώνα για την ελεύθερη έκφραση αντίθετων απόψεων, καθώς ακτιβιστές συνελήφθησαν και εταιρίες συνέπραξαν με κυβερνήσεις για να περιορίσουν την πρόσβαση στην ηλεκτρονική πληροφορία σε χώρες όπως η Κίνα, το Ιράν, η Συρία, το Βιετνάμ και η Λευκορωσία.

Η παλιομοδίτικη καταστολή πήρε παράταση ζωής κάτω από το μανδύα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας σε χώρες όπως η Αίγυπτος, ενώ γενικόλογοι αντιτρομοκρατικοί νόμοι αποτέλεσαν πιθανή απειλή για την ελευθερία της έκφρασης στη Βρετανία.

Πέντε χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου, το 2006 ήρθαν στο φως νέα στοιχεία για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ μεταχειρίζεται τον κόσμο σαν ένα γιγάντιο πεδίο μάχης για τον «πόλεμό» της «κατά της τρομοκρατίας», απάγοντας, συλλαμβάνοντας, κρατώντας αυθαίρετα, βασανίζοντας και μετάγοντας υπόπτους από τη μία μυστική φυλακή στην άλλη σε ολόκληρο τον κόσμο χωρίς να τιμωρείται, μια τακτική που οι ΗΠΑ ονομάζουν «έκτακτες αποδόσεις».

«Τίποτε άλλο δεν έχει δείξει πιο εύστοχα την παγκοσμιοποίηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο ο 'πόλεμος κατά της τρομοκρατίας' υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και το πρόγραμμά τους των 'έκτακτων αποδόσεων', στο οποίο ενέχονται χώρες τόσο μακρινές μεταξύ τους όσο η Ιταλία και το Πακιστάν ή η Γερμανία και η Κένυα», υπογράμμισε η κυρία Χαν.

«Οι ασύνετες αντιτρομοκρατικές στρατηγικές έχουν κάνει ελάχιστα για να μειώσουν την απειλή της βίας ή να εξασφαλίσουν δικαιοσύνη για τα θύματα της τρομοκρατίας, έχουν όμως κάνει πολλά για να βλάψουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου παγκοσμίως».

Η Διεθνής Αμνηστία κάλεσε τις κυβερνήσεις να απορρίψουν την πολιτική του φόβου και να επενδύσουν σε θεσμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στο κράτος δικαίου, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

«Υπάρχουν σημάδια ελπίδας. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δρομολόγησαν μια πορεία με προορισμό τη διαφάνεια και τη λογοδοσία για τις έκνομες μεταγωγές. Χάρη στην πίεση της κοινωνίας των πολιτών, ο ΟΗΕ συμφώνησε να εκπονήσει μια συνθήκη για τον έλεγχο των συμβατικών όπλων. Σε μια σειρά χωρών, νέοι ηγέτες και νέα κοινοβούλια έχουν την ευκαιρία να αποκαταστήσουν την έλλειψη ηγεσίας που μαστίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα τα τελευταία χρόνια. Το νέο αμερικανικό Κογκρέσο θα μπορούσε να πρωτοστατήσει και να δείξει το δρόμο, αποκαθιστώντας το σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και στο εξωτερικό», τόνισε η κυρία Χαν.

«Ακριβώς όπως το φαινόμενο του θερμοκηπίου απαιτεί παγκόσμια δράση βασισμένη στη διεθνή συνεργασία, η αλυσωτή αντίδραση που απειλεί με έκρηξη τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με παγκόσμια αλληλεγγύη και σεβασμό για το διεθνές δίκαιο».

Η Ετήσια Έκθεση 2007 σε ηλεκτρονική μορφή: http://thereport.amnesty.org